Εξήντα τρία χρόνια Γρηγόρης Αυξεντίου. Στην Εφημερίδα Φιλελεύθερος

19 Μαρτίου 2020 - Αρθρογραφία

Σαν σήμερα, πριν ακριβώς 63 χρόνια, ένας νέος προτιμούσε να καεί ζωντανός μέσα στο κρησφύγετο του, παρά να  παραδοθεί στους Άγγλους στρατιώτες που τον είχαν περικυκλώσει.  Ήταν ο υπαρχηγός της ΕΟΚΑ, ο Γρηγόρης Αυξεντίου.

Από τότε, κάθε χρόνο τέτοια μέρα, η Κύπρος τιμά με μνημόσυνα τον περήφανο Λυσιώτη, που οι λέξεις πατρίδα, ελευθερία, θυσία, δεν ήταν έννοιες αφηρημένες, δεν ήταν θεωρητικές.  Ήταν θυσία.  Επιλογές ζωής.  Ήταν όρκος και καθήκον.  

Ο Γρηγόρης Αυξεντίου, μέσα στα 28 μόλις χρόνια της επίγειας ζωής του  ένοιωσε όλα τα οράματα, όλους τους πόθους και όλο το μεγαλείο του ελληνισμού, τα συνέλαβε ως κανόνα ζωής και τον δρόμο προς την αθανασία τον διένυσε απνευστί. 

Από μικρό παιδί ο Γρηγόρης έμαθε να μετουσιώνει σε πράξη τα οράματά του. Φοίτησε πρώτα στην Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών του Ελληνικού Στρατού και αργότερα, όταν άρχισε ο αγώνας της ΕΟΚΑ, ανέλαβε υπαρχηγός της Οργάνωσης. Με τον αγέρωχο δε θάνατό του απέδειξε τη θαυμαστή συνέπεια που τον διέκρινε.  

Η περιφρόνηση του θανάτου για χάρη της λευτεριάς, έρχεται στιγμή που θαμπώνει.  «Παραδώσου», του φώναζαν οι Άγγλοι «ΟΧΙ», ήταν η απάντηση. 

Κατακλυσμός οι σφαίρες.  Βροχή η φωτιά. Κι αυτός μόνος, με το όπλο στο χέρι, πολεμιστής ημίθεος, αλύγιστος, καίγεται μέσα στο κρησφύγετο του.  Και οι φλόγες που τυλίγουν το κορμί του, ανεβαίνουν στους ουρανούς μέσα σε θούρια λευτεριάς.  Και αυτές οι φλόγες δεν πρόκειται να σβήσουν ποτέ. 

Σαν σήμερα, πριν 63 χρόνια, ο Γρηγόρης Αυξεντίου έγραψε ιστορία.  Κι’ όταν η Ιστορία μιλά για τον Γρηγόρη και για το κρησφύγετο του, είναι εκπληκτικό πως ο μικρός εκείνος χώρος γίνεται ευρύς. 

Όταν επισκέπτεται κανείς το κρησφύγετο του Αυξεντίου, δεν έχει το αίσθημα πως πρόκειται για ένα συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο, αλλά για την υπερηφάνεια του ανθρώπου. 

Όταν η Ιστορία μιλά για τον αγώνα της ΕΟΚΑ έχει να μνημονεύει, κατά κανόνα, μόνον τούτο:  αίμα και δάκρυα. Φωτιά και Σίδερο. Και ο Ελληνισμός πάντα εκεί, αδάμαστος – η Ορθοδοξία, η Παιδεία, η Γλώσσα.  

Η θυσία του Γρηγόρη Αυξεντίου δίνει σε μας, στη δική μας γενιά τη δύναμη να συνεχίσει τον αγώνα για την Κύπρο μας.  Για τα σκλαβωμένα χωριά και τις πόλεις μας.  Για την Κερύνεια μας, για την Αμμόχωστο μας, για τη Λύση, για τη Κοντέα, για τη Μόρφου, για τη σκλαβωμένη γη μας. 

Το αίμα του Σταυραετού του Μαχαιρά, ας κυκλοφορεί μέσα στον καθένα μας ως ιστορική φωνή, η οποία χρεώνει εμάς, τους εν ζωή παρόντες.  

Εξήντα τρία χρόνια έχουν περάσει από τότε.  Μέσα σ’ αυτά τα 63 χρόνια η μισή μας πατρίδα μαχαιρώθηκε πισώπλατα. Και τα 46 τελευταία χρόνια, είναι χρόνια πόνου, αγωνίας και σύγχισης.  

Που πάμε σήμερα; Πάμε εκεί που μας πάνε αυτοί που έχουν τη δύναμη να οδηγούν τους μικρούς λαούς και να διαγράφουν τη μοίρα τους. Πάμε ως πρόβατα επί σφαγή. 

Όμως, αυτός ο λαός αξίζει καλύτερου μέλλοντος.  Αυτός ο τόπος που γέννησε ένα Γρηγόρη Αυξεντίου, ένα Παλληκαρίδη και ένα Μάτση, αξίζει καλύτερης τύχης.  Και η καλύτερη τύχη είναι θέμα καλύτερης θέσης απέναντι σ’ ένα τόπο που κινδυνεύει.  Το καλύτερο μέλλον προσδιο-ρίζεται από ένα παρόν αποφασισμένο ν’ αγωνιστεί για την ελευθερία του. 

Ένας λαός δεν σώζεται με γιορτές και παρελάσεις και καρναβάλια.

Σώζεται με την διαχρονική πάλη, με την ακλόνητη πίστη, με καθολική και αδιάσπαστη ενότητα.  Με την συναίσθηση των ευθυνών του απέναντι σ’ αυτούς που έφυγαν και σ’ αυτούς που έρχονται.  

Συμπληρώνονται σήμερα 63 χρόνια από τη θυσία του Γρηγόρη Αυξεντίου.  Υποκλινόμαστε με ευλάβεια στο αξιοπρεπές και βροντερό «όχι» του.

Αυτό το «ΟΧΙ» που συνοδεύει τον Ελληνισμό από το «μολών λαβέ» του Λεωνίδα μέχρι το «Όχι» του Τάσσου Παπαδόπουλου και διασώζει την αξιοπρέπεια του.  

Αυτό το «ΟΧΙ», που κατά τον ποιητή «εξήντατρία χρόνια οι χαράδρες του Μαχαιρά το αντιλαλούν, εξήντα τρία χρόνια η ηχώ δεν δέχεται να μεταφέρει τίποτ’ άλλο, εξήντα τρία χρόνια δεν καταδέχεται να μεταφέρει τίποτ’ άλλο».